τρόπος

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο τρόπος οι τρόποι
      γενική του τρόπου των τρόπων
    αιτιατική τον τρόπο τους τρόπους
     κλητική τρόπε τρόποι
Κατηγορία όπως «δρόμος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

τρόπος < κληρονομημένο από την αρχαία ελληνική τρόπος. Δείτε και τρέπω.

Προφορά

ΔΦΑ : /ˈtɾo.pos/
τυπογραφικός συλλαβισμός: τρόπος

Ουσιαστικό

τρόπος αρσενικό

  1. το σύστημα, η μέθοδος, το πώς γίνεται κάτι
  2. (μεταφορικά) φέρσιμο, διαγωγή (συνήθως στον πληθυντικό)  δείτε τη λέξη τρόποι
    Μα τι τρόπος είναι αυτός! να φέρεσαι πιο ευγενικά!
  3. (μουσική) οι επιλεγμένοι φθόγγοι (συνήθως επτά) μέσα στο διάστημα μιας οκτάβας[1], με προκαθορισμένη απόσταση διαστημάτων μεταξύ τους, στους οποίους κινείται μία μελωδία
    1. (αρχαία ελληνική μουσική)  δείτε τους συνώνυμους όρους τρόπος, τόνος και ἁρμονία
    2. (δυτική εκκλησιαστική μουσική)  δείτε τις λέξεις modus, tropus και tonus (λατινικά)
    3. (βυζαντινή μουσική)  συνώνυμα: ἦχος
    4. (δυτική μουσική)  δείτε τη λέξη κλίμακα για τη διαδοχική διάταξη των φθόγγων

Εκφράσεις

Συγγενικά

τροπ-

τροπο- Νεοελληνικές λέξεις με πρόθημα τροπο- στο Βικιλεξικό όπως ενδεικτικά

-τροπος Νεοελληνικές λέξεις με επίθημα -τροπος στο Βικιλεξικό όπως ενδεικτικά

τρεπ-

  • Mode (music) στην αγγλική Βικιπαίδεια Λήμμα στην αγγλική Βικιπαίδεια Οι τρόποι, διαχρονικά στη μουσική.

Μεταφράσεις

Αναφορές

  1. Σημείωση του επιμελητή: Ο όρος και ο ορισμός αφορούν κυρίως τη δυτική μουσική.



Αρχαία ελληνικά (grc)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική τρόπος οἱ τρόποι
      γενική τοῦ τρόπου τῶν τρόπων
      δοτική τῷ τρόπ τοῖς τρόποις
    αιτιατική τὸν τρόπον τοὺς τρόπους
     κλητική ! τρόπε τρόποι
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  τρόπω
γεν-δοτ τοῖν  τρόποιν
2η κλίση, Κατηγορία 'δρόμος' όπως «δρόμος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

τρόπος < τρέπω, θέμα τροπ- + -ος

Ουσιαστικό

τρόπος αρσενικό

  1. λείπει ο ορισμός (ή οι ορισμοί)
  2. (μουσική) ο μουσικός τρόπος, η διάταξη των επιλεγμένων φθόγγων στην οποία κινείται η μελωδία
      εἰς τοὺς λεγομένους τρόπους τε καὶ τόνους, ὄντας πεντεκαίδεκα τὸν ἀριθμὸν (Αλύπιος (Ἀλύπιος), Εἰσαγωγὴ Μουσική, 3,)
    Ο Αλύπιος αναφέρεται σε 15 τρόπους ( δείτε τις λέξεις Αἰόλιος, Δώριος, Λύδιος, Φρύγιος και Ἰώνιος ή Ἰάστιος και τους παράγωγους τρόπους)
      πολλῶν τόνων καὶ τρόπων ὑποκειμένων φωνῆς, οὕς ἁρμονίας οἱ μουσικοὶ καλοῦσι
    Πλούταρχος, Ηθικά, 18. Εἰ πρεσβυτέρῳ πολιτευτέον [An seni respublica gerenda sit]
     συνώνυμα: τρόπος τόνος, ἁρμονία
     δείτε τη λέξη modus (λατινικά)

Συγγενικά

τροπ-

  • ...

τρεπ-

μουσική:

  • για τους δυτικούς εκκλησιαστικούς τρόπους  δείτε τη λέξη modus (λατινικά)
  • για τους βυζαντινούς τρόπους  δείτε τη λέξη ἦχος

Πηγές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.