δρόμος

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο δρόμος οι δρόμοι
      γενική του δρόμου των δρόμων
    αιτιατική τον δρόμο τους δρόμους
     κλητική δρόμε δρόμοι
Κατηγορία όπως «δρόμος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

δρόμος < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική δρόμος[1] < προέλευσης από την πρωτοϊνδοευρωπαϊκή
Τρακτέρ σε αγροτικό δρόμο της Αυστρίας.
Δρόμος διπλής κατεύθυνσης στην Καλιφόρνια των ΗΠΑ.
Σχολικός αγώνας δρόμου στην Κορέα.

Προφορά

ΔΦΑ : /ˈðɾo.mos/
τυπογραφικός συλλαβισμός: δρόμος

Ουσιαστικό

δρόμος αρσενικό

  1. λωρίδα εδάφους που εξυπηρετεί τη συγκοινωνία δυο γεωγραφικών σημείων
  2. η οδός όπου βρίσκεται κάποιο κτίριο
  3. η απόσταση ή η διαδρομή μεταξύ δύο σημείων
  4. (αθλητισμός) ο αγώνας τρεξίματος
  5. τρόπος ζωής
    ο δρόμος της κακίας
  6. η πορεία στη ζωή, σε συνδυασμό με τις εμπειρίες που αποκτά κάποιος
  7. όλα όσα πρέπει να κάνει κάποιος για να επιτύχει κάτι
  8. η διέξοδος
  9. (μεταφορικά) η επιλογή, η λύση
  10. ο προσανατολισμός
  11. (συνεκδοχικά) το δρομολόγιο

Υπώνυμα

Πολυλεκτικοί όροι

  • αγροτικός δρόμος
  • ανώμαλος δρόμος
  • δημόσιος δρόμος
  • δρόμος αντοχής
  • δρόμος διπλής κατεύθυνσης
  • δρόμος ημιαντοχής
  • δρόμος μονής κατεύθυνσης
  • δρόμος ταχείας κυκλοφορίας
  • δρόμος του μεταξιού
  • εμπορικός δρόμος
  • θεάματα δρόμου
  • θέατρο δρόμου
  • ιδιωτικός δρόμος
  • καλλιτέχνης του δρόμου
  • κεντρικός δρόμος
  • μαραθώνιος δρόμος
  • πολυσύχναστος δρόμος
  • ταινία δρόμου
  • τέχνη του δρόμου

Εκφράσεις

  • αγώνας δρόμου
  • αλλάζω δρόμο
  • αν δε φυσάει δεν αλλάζει δρόμο
  • άνθρωπος του δρόμου
  • ανοίγω δρόμο
  • ανοίγω το δρόμο
  • ανοίγω νέους δρόμους
  • αφήνω στο δρόμο
  • αφήνω τα πράγματα να πάρουν το δρόμο τους
  • βαδίζω/είμαι σε καλό δρόμο
  • βαδίζω/είμαι στο δρόμο του θεού
  • βαδίζω/είμαι στον ίσιο δρόμο
  • βαδίζω/είμαι στον κακό δρόμο
  • βγάζω στο δρόμο
  • βγάζω τα άπλυτα στο δρόμο
  • βγαίνω απ' το δρόμο
  • βγαίνω απ' το δρόμο του θεού
  • βγαίνω απ' τον ίσιο δρόμο
  • βγαίνω στο δρόμο ή βγαίνω στους δρόμους
  • βρίσκομαι στο δρόμο
  • βρίσκω κάτι στο δρόμο
  • βρίσκω το δρόμο(μου)
  • για το δρόμο
  • γυναίκα του δρόμου
  • γυρίζω στους δρόμους
  • δεν βρίσκονται στο δρόμο τα λεφτά
  • δείχνω το δρόμο
  • δεν υπάρχει άλλος δρόμος
  • δεν υπάρχει ψυχή στο δρόμο
  • δρόμο!
  • δρόμο παίρνω δρόμο αφήνω
  • δρόμος μετ' εμποδίων
  • δρόμος στρωμένος με αγκάθια
  • δρόμος χωρίς επιστροφή
  • είμαι στο δρόμο
  • είναι γυαλί ο δρόμος
  • είναι καθρέφτης ο δρόμος
  • είναι μια του δρόμου
  • ένα τσιγάρο δρόμος
  • ένας δρόμος μας χωρίζει
  • έχω πολύ δρόμο ακόμα
  • η δουλειά πήρε το δρόμο της
  • καινούργιος δρόμος
  • καλό δρόμο!
  • κατεβαίνω στο δρόμο ή κατεβαίνω στους δρόμους
  • κλείνω το δρόμο ή φράζω το δρόμο
  • κόβω δρόμο
  • κόβω το δρόμο
  • μαζεύω απ' το δρόμο
  • μεγαλώνω στο δρόμο ή μεγαλώνω στους δρόμους
  • με έφαγαν οι δρόμοι
  • μένω στο δρόμο
  • με φέρνει ο δρόμος ή με βγάζει ο δρόμος
  • ο δρόμος είναι ανοιχτός και τα σκυλιά δεμένα
  • ο δρόμος για/προς την κόλαση είναι στρωμένος με καλές προθέσεις
  • ο δρόμος της αγάπης
  • ο δρόμος της απωλείας
  • ο δρόμος της αρετής
  • ο δρόμος της επιστροφής
  • ο δρόμος της καμήλας
  • ο δρόμος του θεού
  • ο δρόμος του κακού
  • ο δρόμος του καλού
  • όλοι οι δρόμοι οδηγούν στη Ρώμη!
  • ο τρίτος δρόμος
  • παιδί του δρόμου
  • παίρνω τον δρόμο μου
  • παίρνω τον ίσιο δρόμο
  • παίρνω τον κακό δρόμο
  • παίρνω τον καλό δρόμο
  • παίρνω τον στραβό δρόμο
  • παίρνω τους δρόμους
  • πάνω στο δρόμο
  • παράλληλοι δρόμοι
  • ποιος (καλός) δρόμος σε φέρνει εδώ
  • πάρε δρόμο!
  • πετάω στο δρόμο
  • στη μέση του δρόμου
  • στου δρόμου τα μισά ή στα μισά του δρόμου
  • στους πέντε δρόμους
  • στρώνω το δρόμο
  • το παίρνει ο δρόμος
  • τραβάω το δρόμο μου
  • τρέχω στους δρόμους
  • τριγυρνώ στους δρόμους
  • υπάρχει κι άλλος δρόμος
  • φεύγω απ' το δρόμο του θεού
  • φεύγω απ' τον ίσιο δρόμο
  • χαράζω νέους δρόμους
  • χαράζω το δρόμο μου
  • χωρίζουν οι δρόμοι μας
  • ώρα σου καλή κι ο δρόμος σου γυαλί!

Συγγενικά

 ετυμολογικό πεδίο 
δρομο- 

Σύνθετα

και

  • δρομο- Νεοελληνικές λέξεις με πρόθημα δρομο- στο Βικιλεξικό
  • -δρομος Νεοελληνικές λέξεις με επίθημα -δρομος στο Βικιλεξικό
  • -δρόμος Νεοελληνικές λέξεις με επίθημα -δρόμος στο Βικιλεξικό

παραδείγματα

Μεταφράσεις

Αναφορές

Πηγές



Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm)

Ετυμολογία

δρόμος < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική δρόμος

Ουσιαστικό

δρόμος αρσενικό

  1. πορεία
  2. ταχύτητα
  3. επέλαση
  4. αγώνας δρόμου
     συνώνυμα: δρόμιον
  5. πέρασμα, διάβαση

Εκφράσεις

  • (Χρειάζεται επεξεργασία)

Συγγενικά

 ετυμολογικό πεδίο 
δρομ- 

θέμα δρομ-

  • ἀναδρομῶ & συγγενικά
  • δρομαίως (επίρρημα)
  • δρομή
  • δρόμιον
  • δρόμιος
  • δρομονάριν / δρομωνάριν
  • δρόμων
  • εὐθυδρομῶ & συγγενικά
  • ἱπποδρόμιον
  • κυκλοδρόμημα
  • κυκλοδρόμιον
  • κυριακοδρόμιον
  • ξεδρομή
  • ὁλόδρομα
  • ὁλοδρομαίως
  • ὀπισθοδρόμως
  • παλινδρομῶ
  • παραδρομή

και

  • δρομο- Μεσαιωνικές ελληνικές λέξεις με πρόθημα δρομο- στο Βικιλεξικό
  • -δρομος Μεσαιωνικές ελληνικές λέξεις με επίθημα -δρομος στο Βικιλεξικό
  • -δρόμος Μεσαιωνικές ελληνικές λέξεις με επίθημα -δρόμος στο Βικιλεξικό

Πηγές




Αρχαία ελληνικά (grc)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική δρόμος οἱ δρόμοι
      γενική τοῦ δρόμου τῶν δρόμων
      δοτική τῷ δρόμ τοῖς δρόμοις
    αιτιατική τὸν δρόμον τοὺς δρόμους
     κλητική ! δρόμε δρόμοι
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  δρόμω
γεν-δοτ τοῖν  δρόμοιν
2η κλίση, Κατηγορία 'δρόμος' όπως «δρόμος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

δρόμος < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *drοm- μεταπτωτική βαθμίδα του δρ- για την πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα {*der-  Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

Ουσιαστικό

δρόμος αρσενικό

Συγγενικά

Σύνθετα

  • δρομο- Αρχαίες ελληνικές λέξεις με πρόθημα δρομο- στο Βικιλεξικό
  • -δρομος Αρχαίες ελληνικές λέξεις με επίθημα -δρομος στο Βικιλεξικό
  • -δρόμος Αρχαίες ελληνικές λέξεις με επίθημα -δρόμος στο Βικιλεξικό

Πηγές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.