σελήνη
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | η | σελήνη | ||
| γενική | της | σελήνης | ||
| αιτιατική | τη | σελήνη | ||
| κλητική | σελήνη | |||
| Κατηγορία όπως «νίκη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- σελήνη < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική σελήνη [1]
_(29307046956).jpg.webp)
Όψη της Σελήνης πάνω από τη Μαύρη Θάλασσα.
Προφορά
- ΔΦΑ : /seˈli.ni/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : σε‐λή‐νη
- ομόηχο: σελίνι
Ουσιαστικό
σελήνη θηλυκό, μόνο στον ενικό
- (αστρονομία) ουράνιο σώμα περιφερόμενο γύρω από έναν πλανήτη
- ※ Η αποστολή αυτή, εξόν από τη μελέτη της σεληνιακής επιφάνειας, θα βοηθήσει και στην κατανόηση πολλών άλλων φαινομένων του ηλιακού μας συστήματος, όπως τους μεγάλους αστεροειδείς, τον πλανήτη Ερμή, ή τις άλλες σελήνες που περιστρέφονται στην τροχιά άλλων πλανητών, εκτιμούν οι υπεύθυνοι του προγράμματος αυτού, που δρομολογήθηκε το 2008 και κόστισε 280 εκατ. δολάρια. (* enet.gr)
Εκφράσεις
- σελήνη του μέλιτος : η χρονική περίοδος συνήθως ενός μηνός μετά από γάμο
Συγγενικά
- σεληναίος
- σεληνιάζομαι
- σεληνιακός
- σεληνιασμός
- σελήνιο (καθαρεύουσα: σελήνιον)
Σύνθετα
- σεληνογραφία, σεληνογραφικός, σεληνογράφος
- σεληνοειδής
- σεληνοκεντρικός
- σεληνοσκόπιο
- σεληνοτοπογραφία, σεληνοτοπογραφικός
- σεληνοτροπισμός
- σεληνόφως, σεληνόφωτο, σεληνοφώτιστος, σεληνόφωτος
- σεληνάκατος
και
Μεταφράσεις
σελήνη
Αναφορές
- σελήνη - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
Αρχαία ελληνικά (grc)
Ουσιαστικό
σελήνη θηλυκό
- (αστρονομία) η σελήνη, το φεγγάρι
- πλήθουσα σελήνη - η πανσέληνος
- πρὸς τὴν σελήνην - κάτω από το φεγγαρόφωτο
- ο μήνας
Συγγενικά
- σέλας
- σεληναῖος
- δωρικός τύπος : σελάνᾱ
- αιολικός τύπος : σελάννᾱ
Αναφορές
- Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2010). Ετυμολογικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (Β' ανατύπωση. 2009: A' έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.
Πηγές
- σελήνη - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- σελήνη - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.