μπαμπάρα

Νέα ελληνικά (el)

Ουσιαστικό

μπαμπάρα ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό

  • γλώσσα που μιλιέται στο Μαλί και σε μερικά άλλα κράτη της δυτικής Αφρικής, όπου συνηθίζεται να λέγεται ντιουλά

  • Bambara language στην αγγλική Βικιπαίδεια Λήμμα στην αγγλική Βικιπαίδεια
  • κωδικός γλώσσας: bm

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.