σκοτικά γαελικά
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- σκοτικά γαελικά : → δείτε τις λέξεις σκοτικός και γαελικός
Ουσιαστικό

Γεωγραφική κατανομή των ομιλητών της γαελικής στη Σκωτία (2001).
σκοτικά γαελικά ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό
- (γλώσσα) κελτική γλώσσα που μιλιέται στις ορεινές περιοχές της δυτικής Σκοτίας. Γράφεται με το λατινικό αλφάβητο. Έχει στενή συγγενική σχέση με τα ιρλανδικά γαελικά.
- η σκοτική ποικιλία των αγγλικών: σκοτς (κωδικός sco)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.