φρουρός
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ο | φρουρός | οι | φρουροί |
| γενική | του | φρουρού | των | φρουρών |
| αιτιατική | τον | φρουρό | τους | φρουρούς |
| κλητική | φρουρέ | φρουροί | ||
| Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- φρουρός < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική φρουρός [1]
Προφορά
- ΔΦΑ : /fɾuˈɾos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : φρου‐ρός
Ουσιαστικό
φρουρός αρσενικό ή θηλυκό
- πρόσωπο που φρουρεί, φυλάει και προστατεύει κάποιον ή κάτι
- ↪ Ο φρουρός κατάφερε να ακινητοποιήσει τους ληστές.
- ※ Περνάει ο στρατός, της Ελλάδος φρουρός
- στίχοι εμβατηρίου (1931) του {{β|Διονύσιος Βισβάρδης|Διονύσιου Βισβάρδη]])
- ↪ φρουρός στο στρατό, στα αστυνομικά τμήματα, στις φυλακές
- → δείτε και ειδικός φρουρός (ένστολος δημόσιος υπάλληλος με ειδική εκπαίδευση και άδεια οπλοφορίας)
- ↪ φρουρός σε τράπεζες, σε πολυκαταστήματα (ιδιωτικός υπάλληλος με περιορισμένες αρμοδιότητες και χωρίς άδεια οπλοφορίας)
- (μεταφορικά) πρόσωπο που προστατεύει ή υπερασπίζεται κάτι
- ↪ Ήταν πάντα φρουρός της ελεύθερης έκφρασης.
- ↪ Τίτλοι μυθιστορημάτων, όπως «Οι φρουροί της Αχαΐας» του Τάσου Αθανασιάδη, «Ο φρουρός της καρδιάς» της Φρανσουάζ Σαγκάν.
- ※ Σε θέλω στο πλευρό μου, ακοίμητο φρουρό μου, με το φιλί με το σπαθί...
- Στίχοι τραγουδιού του Μιχάλη Γκανά, τραγουδίστρια: Ελευθερία Αρβανιτάκη
Συγγενικά
ετυμολογικό πεδίο
φρουρ-
φρουρ-
- ακτοφρουρά
- ακτοφρουρός
- αντιφρούραρχος
- απεριφρούρητος
- αφρούρητα (επίρρημα)
- αφρούρητος
- εθνοφρουρά
- εθνοφρουρός
- ερυθροφρουρός
- θεοφρούρητος
- λογχοφρούρητος
- περιφρουρημένος
- περιφρούρηση
- περιφρουρήσιμος
- περιφρουρώ, περιφρουρούμαι
- πρασινοφρουρός
- υπερφρούριο
- υποφρούραρχος
- φρουρά
- φρουραρχείο
- φρούραρχος
- φρούρηση
- φρουριακός
- φρουρίζω
- φρούριο
- φρουριοπόρθης
- φρουρισμένος
- φρουρούμενος
- φρουρώ, φρουρούμαι
Αναφορές
- φρουρός - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
Πηγές
- φρουρός - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- φρουρός - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
Αρχαία ελληνικά (grc)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ὁ | φρουρός | οἱ | φρουροί |
| γενική | τοῦ | φρουροῦ | τῶν | φρουρῶν |
| δοτική | τῷ | φρουρῷ | τοῖς | φρουροῖς |
| αιτιατική | τὸν | φρουρόν | τοὺς | φρουρούς |
| κλητική ὦ! | φρουρέ | φρουροί | ||
| δυϊκός | ||||
| ονομ-αιτ-κλ | τὼ | φρουρώ | ||
| γεν-δοτ | τοῖν | φρουροῖν | ||
| 2η κλίση, Κατηγορία 'ναός' όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
Ουσιαστικό
φρουρός
- φρουρός, που φρουρεί, φυλάσσει
- ※ 5ος πκε αιώνας ⌘ Θουκυδίδης, Ἱστορίαι, 2, 6
- φρουροὺς ἐγκατέλιπον - άφησαν φρουρά (στις Πλαταιές)
- ※ 4ος πκε αιώνας ⌘ Ἀριστοτέλης, Πολιτικά, 1264a (2, 5.20)
- ποιεῖ γὰρ τοὺς μὲν φύλακας οἷον φρουρούς, τοὺς δὲ γεωργοὺς καὶ τοὺς τεχνίτας καὶ τοὺς ἄλλους πολίτας
- ※ 5ος πκε αιώνας ⌘ Θουκυδίδης, Ἱστορίαι, 2, 6
- δωρικός τύπος : πρωρός
- θεσσαλικός τύπος : προυρός
Συνώνυμα
Συγγενικά
ετυμολογικό πεδίο
φρουρ-
φρουρ-
- ἀείφρουρος
- ἀφρουρέω, ἀφρουρῶ
- ἀφρούρητος
- ἄφρουρος
- ἀντίφρουρος
- ἀρχιφρουρέω, ἀρχιφρουρέω
- ἀρχίφρουρος
- γλυκύφρουροι
- διαφρουρέω, διαφρουρῶ
- δρακοντόφρουρος
- ἐμφρουρέω, ἐμφρουρῶ
- ἔμφρουρος
- ἐπίφρουρος
- εὔφρουρος
- θεόφρουρος
- μονόφρουρος
- νυκτιφρούρητος
- παραφρουρέω, παραφρουρῶ
- περιφρουρεύω
- περιφρουρέω, περιφρουρῶ
- σύμφρουρος
- σωματοφρουρητήρ
- Ταρταρόφρουρος
- φρουρά
- φρουραρχέω, φρουραρχῶ
- φρουράρχης
- φρουραρχία
- φρούραρχος
- φρουρέω, φρουρῶ
- φρούρημα
- φρούρησις
- φρουρητήρ
- φρουρητικός
- φρουρητός
- φρουρήτωρ
- φρουρικός
- φρούριον
- φρουρίς
- φρουροδόμος
- φρουρύτης
Δε σχετίζεται η διφρουργία (< δίφρος)
Αναφορές
- Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2010). Ετυμολογικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (Β' ανατύπωση. 2009: A' έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.
Πηγές
- φρουρός - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- φρουρός - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.