σχήμα λόγου

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το σχήμα λόγου τα σχήματα λόγου
      γενική του σχήματος λόγου των σχημάτων λόγου
    αιτιατική το σχήμα λόγου τα σχήματα λόγου
     κλητική σχήμα λόγου σχήματα λόγου
Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

σχήμα λόγου <  δείτε τις λέξεις σχήμα και λόγος στη γενική ενικού

Πολυλεκτικός όρος

σχήμα λόγου ουδέτερο

  1. (ρητορική, γραμματική) τεχνική έκφρασης με μη αναμενόμενη σειρά των λέξεων ή χωρίς κυριολεκτική σημασία που εντυπωσιάζει
  2. παγιωμένη έφκραση που εκφράζει υπερβολή ή έμφαση
     δείτε την έκφραση που λέει ο λόγος

Υπώνυμα

Κατηγορία:Σχήματα λόγου (νέα ελληνικά) όπως

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.