πλέω
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- πλέω < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική πλέω
Ρήμα
πλέω, πρτ.: έπλεα, αόρ.: έπλευσα (χωρίς παθητική φωνή)
Εκφράσεις
- πλέω σε πελάγη ευτυχίας: είμαι ευτυχισμένος
- πλέω στο αίμα: είμαι αιμόφυρτος
Συγγενικά
Σύνθετα
σύνθετα του ρήματος:
Κλίση
- → λείπει η κλίση
Μεταφράσεις
- → δείτε και τη λέξη επιπλέω
Πηγές
- πλέω - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm)
Ετυμολογία
- πλέω < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική πλέω
Συγγενικά
- πλεούμενον
σύνθετα του ρήματος
- ἀνταναπλέω
- ἐναποπλέω
- ἐπεκπλέω
- καθυποπλέω
- παρεκπλέω
- προαποπλέω
- προεκπλέω
- προκαταπλέω
- προπλέω
- προσαναπλέω
- προσεμπλέω
- προσεπιπλέω
Πηγές
- σελ.390 - 391, Τόμος 16 - Κριαράς, Εμμανουήλ. Λεξικό της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669). Τόμοι Α'-ΙΗ'. (Τόμοι ΙΕ'-ΙΗ' επιμ. Ιωάννης Ν. Καζάζης) πολυτονικό σύστημα: τόμοι 1-5, μεταγραφή σε μονοτονικό: τόμοι 6-τέλος], pdf.Βιβλιογραφία. Άπαντα Εμμανουήλ Κριαρά στην Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας.
Αρχαία ελληνικά (grc)
Ετυμολογία
πλέω, ήδη ομηρικό < *πλέϝ-ω < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *plew- (πλέω, ρέω, κολυμπάω). Συγγενή: το πλύνω, η γερμανική Flut, η αγγλική flood. [1]
Εκφράσεις
- οὐ παντός πλεῖν ἐς Κόρινθον
Σύνθετα
σύνθετα του ρήματος:
- (Χρειάζεται επεξεργασία)
- Λέξεις πλέω @perseus.tufts.edu Greek Dictionary Headword Search, Πανεπιστήμιο Tufts
Κλίση
Κλίση
| |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Πηγές
- πλέω - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- πλέω - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
Αναφορές
- Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2010). Ετυμολογικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (Β' ανατύπωση. 2009: A' έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.