κανόνας
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ο | κανόνας | οι | κανόνες |
| γενική | του | κανόνα | των | κανόνων |
| αιτιατική | τον | κανόνα | τους | κανόνες |
| κλητική | κανόνα | κανόνες | ||
| Κατηγορία όπως «αγώνας» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- κανόνας < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική κανών (χάρακας, πρότυπο, ελληνιστική σημασία: γενικός νόμος)
- για εκκλησιαστικές σημασίες < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική κανών
- για νεότερους όρους < σημασιολογικό δάνειο από τη γαλλική règle ή από την αγγλική rule[1]
Προφορά
- ΔΦΑ : /kaˈno.nas/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : κα‐νό‐νας
Ουσιαστικό
κανόνας αρσενικό
- ρυθμίσεις, νόμοι η άλλες αρχές που καθορίζουν τον τρόπο με τον οποίο πρέπει να γίνεται κάτι
- ↪ οι κανόνες καλής συμπεριφοράς
- → δείτε και τη λέξη κανονισμός
- αυτό που είναι το συνηθισμένο, που συνήθως συμβαίνει, σε αντίθεση με την εξαίρεση
- ο επίσημος κατάλογος βιβλίων που θεωρούνται γνήσια
- (φιλολογία) μιας λογοτεχνικής περιόδου ή ενός συγγραφέα
- (χριστιανισμός) τα βιβλία της Βίβλου που θεωρούνται γνήσια από την Εκκλησία
- βιβλικός κανόνας στη Βικιπαίδεια

- βιβλικός κανόνας στη Βικιπαίδεια
- (γραφική ύλη) μακρύ ορθογώνιο όργανο συνήθως από ξύλο ή μέταλλο που χρησιμοποιείται για τη χάραξη ευθειών γραμμών
- ↪ σχεδιάζουμε με κανόνα και διαβήτη
- ≈ συνώνυμα: χάρακας
- κανόνας (γεωμετρία) στη Βικιπαίδεια

- κανόνας (γεωμετρία) στη Βικιπαίδεια
- (μουσική, χριστιανισμός) εκκλησιαστικός ύμνος που αποτελείται από εννέα ωδές, οι οποίες αντιστοιχούσαν αρχικά με τις εννέα ωδές της Βίβλου
- (μουσική) μουσικό είδος στο οποίο η μελωδία επαναλαμβάνεται από περισσότερες φωνές ώστε να αλληλοσυμπλέκονται
- κανόνας (μουσική) στη Βικιπαίδεια

- κανόνας (μουσική) στη Βικιπαίδεια
Εκφράσεις
- κατά κανόνα: συνήθως, τις περισσότερες φορές
Συγγενικά
ετυμολογικό πεδίο
κανον-
κανον-
Μεταφράσεις
γενική αρχή
όργανο σχεδίασης γραμμών
|
|
Αναφορές
- κανόνας - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.