αυτός
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- αυτός < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική αὐτός < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα *h₂ew (αὖ) + *to-
Προφορά
- ΔΦΑ : /aˈftos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : αυ‐τός
Αντωνυμία
αυτός αρσενικό, αυτή θηλυκό, αυτό ουδέτερο
- (προσωπική αντωνυμία) τρίτο ενικό πρόσωπο, → δείτε τη λέξη εγώ
- (δεικτική αντωνυμία) δηλώνει κάποιον ή κάτι που είναι τοπικά ή χρονικά κοντά
- ↪ αυτοί που μπήκαν μόλις τώρα
- ↪ αυτό είναι το σπίτι μου
- ↪ Μη με κοιτάς με αυτό το ύφος!
- (οριστική αντωνυμία) δηλώνει έμφαση και σημαίνει ο ίδιος
- ↪ Αυτό λέω κι εγώ.
- με άρθρο
- ↪ το αυτό επιθυμώ και για σας
- όταν προηγείται "και"
- ↪ και αυτοί ακόμα δεν το γνώριζαν
- ή επιτακτικά όταν ακολουθεί «ο ίδιος»
- ↪ μ' αυτά τα ίδια του τα χέρια
Εκφράσεις
- μ' αυτά και μ' αυτά
Κλίση
| Προσωπικές αντωνυμίες | |||||
|---|---|---|---|---|---|
| Α' πρόσωπο | Β' πρόσωπο | Γ' πρόσωπο | |||
| ενικός | |||||
| Πτώση | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | ||
| ονομαστική | εγώ | εσύ | αυτός & τος | αυτή & τη | αυτό & το |
| γενική | εμένα & (εμού) & μου | εσένα & σου | αυτού & του | αυτής & της | αυτού & του |
| αιτιατική | εμένα & με | εσένα & σε | αυτόν & τον | αυτή(ν) & τη(ν) | αυτό & το |
| κλητική | - | εσύ | - | - | - |
| πληθυντικός | |||||
| ονομαστική | εμείς | εσείς | αυτοί & τοι | αυτές & τες | αυτά & τα |
| γενική | εμάς & μας | εσάς & σας | αυτών & τους | αυτών & τους | αυτών & τους |
| αιτιατική | εμάς & μας | εσάς & σας | αυτούς & τους | αυτές & τες/τις | αυτά & τα |
| κλητική | - | εσείς | - | - | - |
Μεταφράσεις
προσωπική
|
δεικτική
|
Πηγές
- αυτός - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.