τη

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

τη < την με αποβολή του τελικού <ν>

Κλιτικός τύπος άρθρου

τη

Σημειώσεις

  • αποβάλλεται από το την το τελικό <ν> πριν από τα σύμφωνα < β δ θ φ χ λ ρ σ ζ γ μ ν > αλλά όχι πριν από το τα <γκ, μπ, ντ>

  • στη

κλίσεις των άρθρων

αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ενικού ο η το
γενική ενικού
+ σε
του
στου
της
στης
του
στου
αιτιατική ενικού
+ σε
τον
στον
τη(ν)
στη(ν)
το
στο
ονομαστική πληθυντικού οι οι τα
γενική πληθυντικού
+ σε
των
στων
των
στων
των
στων
αιτιατική πληθυντικού
+ σε
τους
στους
τις
στις
τα
στα
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.