εδώ

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

εδώ < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική ἐδῶ < αρχαία ελληνική ὧδε (με αντιμετάθεση) < ὅδε < +‎ -δε < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *

Προφορά

ΔΦΑ : /eˈðo/
τυπογραφικός συλλαβισμός: εδώ

Επίρρημα

εδώ και δω

  1. (τοπικό επίρρημα) σε αυτό το μέρος, στο σημείο που βρίσκομαι ή για το οποίο γίνεται λόγος
    εδώ νίκησε ο στρατός
    η διαφωνία μας είναι εδώ
  2. (τοπικό) κοντά, πλησίον
    Έλα εδώ, σε παρακαλώ / Έλα δω, σε παρακαλώ
  3. (μεταφορικά με χρονική σημασία) σ' αυτή τη στιγμή, τώρα ή τότε
    Εδώ είναι που μπαίνει στη σκηνή ο αγγελιοφόρος.

Εκφράσεις

  • από 'δω κι εμπρός..., από ΄δω και πέρα...: για να δείξουμε ότι μια κατάσταση αλλάζει
    από 'δω κι εμπρός θα μιλάς μόνο με το δικηγόρο μου
  • αυτός εδώ
  • εδώ και: δηλώνει την αφετηρία μιας χρονικής περιόδου που ξεκινά στο παρελθόν και συνεχίζεται μέχρι τώρα
    Ζω στην επαρχία εδώ και δέκα χρόνια.
  • εδώ και τώρα: άμεσα (ζητώντας ικανοποίηση αιτημάτων)
  • εδώ κι εκεί: άτακτα, σκόρπια
  • εδώ που τα λέμε... είναι αλήθεια... (τίθεται στην αρχή, συνήθως, μιας πρότασης)
  • εδώ σε θέλω! όταν θέλουμε να υποδείξουμε πως κάτι είναι πολύ δύσκολο να γίνει, να βρεθεί κλπ.
    Εδώ σε θέλω κάβουρα, να περπατάς στα κάρβουνα.
  • έχω φτάσει ως εδώ! έχω φτάσει στο ανώτερο σημείο της υπομονής και της ανοχής μου
  • ως εδώ και μη παρέκει]: τονίζει το γεγονός ότι δεν αντέχουμε άλλο μια κατάσταση

 δείτε και τη λέξη δω

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.