-δε

Αρχαία ελληνικά (grc)

Ετυμολογία

-δε < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *de. Συγγενική η μυκηναϊκή 𐀆 (de)

Επίθημα

-δε (εγκλιτικό)

  1. (συνήθως: αιτιατική + -δε) προς, δηλωτικό κατεύθυνσης προς τόπο
    άλλες μορφές: -ζε
    Μέγαρα > Μεγαράδε
    ‎Ἀθῆναι > αιτιατική Ἀθήνας + -δε > Ἀθήναζε (σδε > ζε)
    Ὄλυμπος > Ὄλυμπόνδε
    Αἴγυπτoς > Αἴγυπτόνδε
    ἐνθάδε
  2. επίθημα δεικτικών αντωνυμιών
    > ‎ὅδε
    ἡμέτερόνδε

  • Αρχαίες ελληνικές λέξεις με επίθημα -δε στο Βικιλεξικό
  • Αρχαίες ελληνικές λέξεις με επίθημα -ζε στο Βικιλεξικό
  • Λέξεις -δε @perseus.tufts.edu Greek Dictionary Headword Search, Πανεπιστήμιο Tufts

Σημειώσεις

  • Για τη συμπεριφορά του τόνου και για τα εγκλιτικά, δείτε το Παράρτημα:Γραμματική (αρχαία ελληνικά)#Εγκλιτικά

Πηγές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.