Ερμής

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Ερμής οι Ερμήδες
& Ερμές
      γενική του Ερμή
& Ερμού
των Ερμήδων
& Ερμών
    αιτιατική τον Ερμή τους Ερμήδες
& Ερμές
     κλητική Ερμή Ερμήδες
& Ερμές
Ο πληθυντικός «Ερμήδες», για το όνομα.
Ερμές για τους αρχαιους οδοδείκτες με την κεφαλή του Ερμή.
Γενική ενικού σε -ού όπως η «οδός Ερμού».
Ο πλανήτης, στον ενικό.
Κατηγορία όπως «μπαλωματής» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

Ερμής < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική Ἑρμῆς
Αναπαράσταση κεφαλής του θεού Ερμή.
Φωτογραφία του πλανήτη Ερμή.

Προφορά

ΔΦΑ : /eɾˈmis/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Ερμής

Κύριο όνομα

Ερμής αρσενικό

  1. ανδρικό όνομα (πληθυντικός: Ερμήδες)
  2. (ελληνική μυθολογία, θεωνύμιο) θεός της αρχαίας ελληνικής μυθολογίας
    για τη ρωμαϊκή μυθολογία  δείτε Mercurius
  3.  δείτε τη λέξη Ερμές (από το αρχαίο Ἑρμαῖ)
  4. (αστρονομία) ο πρώτος σε σειρά από τον Ήλιο πλανήτης του ηλιακού μας συστήματος

Πολυλεκτικοί όροι

  • Ερμής Τρισμέγιστος

Συγγενικά

Πιθανόν, σχετίζεται το ετυμολογικό πεδίο του ερμηνεύω & του αρχαίου ἑρμηνεύς.
Δε σχετίζεται το έρμα.

Μεταφράσεις

Πηγές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.