ερμαφρόδιτος

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός      
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο ερμαφρόδιτος η ερμαφρόδιτη το ερμαφρόδιτο
      γενική του ερμαφρόδιτου της ερμαφρόδιτης του ερμαφρόδιτου
    αιτιατική τον ερμαφρόδιτο την ερμαφρόδιτη το ερμαφρόδιτο
     κλητική ερμαφρόδιτε ερμαφρόδιτη ερμαφρόδιτο
 πτώσεις   πληθυντικός  
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι ερμαφρόδιτοι οι ερμαφρόδιτες τα ερμαφρόδιτα
      γενική των ερμαφρόδιτων των ερμαφρόδιτων των ερμαφρόδιτων
    αιτιατική τους ερμαφρόδιτους τις ερμαφρόδιτες τα ερμαφρόδιτα
     κλητική ερμαφρόδιτοι ερμαφρόδιτες ερμαφρόδιτα
Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία

ερμαφρόδιτος < ελληνιστική κοινή Ἑρμαφρόδιτος (όνομα του γιου του Ερμή και της Αφροδίτης)

Επίθετο

ερμαφρόδιτος, -η, -ο

Συνώνυμα

Συγγενικά

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.