ηλιακό σύστημα
Νέα ελληνικά (el)
Πολυλεκτικός όρος
ηλιακό σύστημα
- (αστρονομία) ο ήλιος και το σύνολο των ουράνιων σωμάτων (πλανήτες, αστεροειδής, κομήτες κλπ) που περιφέρονται γύρω από αυτόν
Μεταφράσεις
ηλιακό σύστημα
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.