πρόδηλος
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||||
|---|---|---|---|---|---|---|
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | ο | πρόδηλος | η | πρόδηλη | το | πρόδηλο |
| γενική | του | πρόδηλου | της | πρόδηλης | του | πρόδηλου |
| αιτιατική | τον | πρόδηλο | την | πρόδηλη | το | πρόδηλο |
| κλητική | πρόδηλε | πρόδηλη | πρόδηλο | |||
| ↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | οι | πρόδηλοι | οι | πρόδηλες | τα | πρόδηλα |
| γενική | των | πρόδηλων | των | πρόδηλων | των | πρόδηλων |
| αιτιατική | τους | πρόδηλους | τις | πρόδηλες | τα | πρόδηλα |
| κλητική | πρόδηλοι | πρόδηλες | πρόδηλα | |||
| Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές | ||||||
Ετυμολογία
- πρόδηλος < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική πρόδηλος < πρό- + δῆλος
Προφορά
- ΔΦΑ : /ˈpɾo.ði.los/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : πρό‐δη‐λος
- τονικό παρώνυμο: προδήλως
Συνώνυμα
Αντώνυμα
Αρχαία ελληνικά (grc)
| → γένη | αρσενικό & θηλυκό | ουδέτερο | ||||
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||||
|---|---|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ὁ/ἡ | πρόδηλος | τὸ | πρόδηλον | ||
| γενική | τοῦ/τῆς | προδήλου | τοῦ | προδήλου | ||
| δοτική | τῷ/τῇ | προδήλῳ | τῷ | προδήλῳ | ||
| αιτιατική | τὸν/τὴν | πρόδηλον | τὸ | πρόδηλον | ||
| κλητική ὦ! | πρόδηλε | πρόδηλον | ||||
| ↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
| ονομαστική | οἱ/αἱ | πρόδηλοι | τὰ | πρόδηλᾰ | ||
| γενική | τῶν | προδήλων | τῶν | προδήλων | ||
| δοτική | τοῖς/ταῖς | προδήλοις | τοῖς | προδήλοις | ||
| αιτιατική | τοὺς/τὰς | προδήλους | τὰ | πρόδηλᾰ | ||
| κλητική ὦ! | πρόδηλοι | πρόδηλᾰ | ||||
| δυϊκός | ||||||
| ονομ-αιτ-κλ | τὼ | προδήλω | τὼ | προδήλω | ||
| γεν-δοτ | τοῖν | προδήλοιν | τοῖν | προδήλοιν | ||
| 2η κλίση, Κατηγορία 'δύσκολος' όπως «δύσκολος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές | ||||||
Επίθετο
πρόδηλος, -η, -ον
- → ζητούμενο λήμμα
Συγγενικά
- (Χρειάζεται επεξεργασία)
Πηγές
- πρόδηλος - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- πρόδηλος - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.