mine
Αγγλικά (en)
Κλιτικός τύπος αντωνυμίας
αγγλικές αντωνυμίες - English pronouns
Ρήμα
| ενεστώτας | mine |
| γ΄ ενικό ενεστώτα | mines |
| αόριστος | mined |
| παθητική μετοχή | mined |
| ενεργητική μετοχή | mining |
mine (en)
Γαλλικά (fr)
Προφορά
- ΔΦΑ : /min/
Ουσιαστικό
mine (fr) θηλυκό
Ετυμολογία 2
| ενικός | πληθυντικός |
| mine | mines |
- mine < ίσως από τη γαλλορωμανική *mina < κελτικής προέλευσης
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.