thine
Αγγλικά (en)
Ετυμολογία
- thine < αγγλοσαξονική þīn. Συγγενικό με τη γερμανική dein, τη δανική din και τη σουηδική din
Προφορά
- ⓘ
Αντωνυμία
Σημειώσεις
- Χρησιμοποιείται πριν ένα ουσιαστικό ή επίθετο όταν αυτό αρχίζει από ένα φωνήεν ή ένα άφωνο "h".
- Διαφορετικά, χρησιμοποιείται το thy.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.