them

Αγγλικά (en)

Κλιτικός τύπος αντωνυμίας

them (en)

  • (προσωπική αντωνυμία) αιτιατική πληθυντικού, αρσενικού, θηλυκού ή ουδέτερου γένους του they, μερικές φορές, ενικού αριθμού
    1. (αιτιατική πληθυντικού) αυτούς (τους), αυτές (τις/τες), αυτά (τα)
      one of them - έναν από αυτούς/μία από αυτές/ένα από αυτά
      We followed them home.
      Τους ακολουθήσαμε σπίτι.
      If you see them, call them.
      Αν τους/τις δεις, φώναξέ τους/τες.
      Do you like the apples? I picked them yesterday.
      Σου αρέσουν τα μήλα; Τα μάζεψα χθες.
    2. (μερικές φορές, ως αιτιατική ενικού)
      Where is your friend? Did you call them?
      Πού είναι το φιλαράκι σου; Το πήρες τηλέφωνο;

Σημειώσεις

  •  δείτε την αντωνυμία they

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.