-ιώτης
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
-ιώτης < (κληρονομημένο) ελληνιστική κοινή -ιώτης < επαυξημένη κατάληξη από την αρχαία ελληνική -ώτης από λέξεις που το θέμα τους είχε τον χαρακτήρα ιώτα. (π.χ. Σικελι-ώτης)[1][2]
Προφορά
- ΔΦΑ : /ˈi̯o.tis/ με διαμόρφωση του [i̯] ανάλογα με τον φθόγγο που προηγείται
Επίθημα
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ο | -ιώτης | οι | -ιώτες |
| γενική | του | -ιώτη | των | -ιωτών |
| αιτιατική | τον | -ιώτη | τους | -ιώτες |
| κλητική | -ιώτη | -ιώτες | ||
| Κατηγορία όπως «ναύτης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
-ιώτης αρσενικό (θηλυκό -ιώτισσα) ή αρσενικό -ώτης (θηλυκό -ώτισσα)
επίθημα ως κατάληξη αρσενικών ουσιαστικών για το σχηματισμό:
- πατριδωνυμικών ουσιαστικών που παράγονται από ονόματα πόλεων ή περιοχών (θηλυκό -ιώτισσα)
≈ συνώνυμα: → δείτε τους όρους -ινός και -αίος - ουσιαστικών που δηλώνουν προέλευση, ιδιότητα, χαρακτηριστικό γνώρισμα
Επίθημα
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ο | -ιώτης | οι | -ιώτηδες |
| γενική | του | -ιώτη | των | -ιώτηδων |
| αιτιατική | τον | -ιώτη | τους | -ιώτηδες |
| κλητική | -ιώτη | -ιώτηδες | ||
| Κατηγορία όπως «μανάβης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
-ιώτης αρσενικό με πληθυντικό -ηδες[3] (θηλυκό -ιώτη ή -ιώτου)(Χρειάζεται τεκμηρίωση…)
- επίθημα ως κατάληξη αρσενικών επωνύμων
- Νεοελληνικές λέξεις με επίθημα -ιώτης στο Βικιλεξικό
- Νεοελληνικές λέξεις με επίθημα -ώτης στο Βικιλεξικό
Αναφορές
- -ιώτης, -ώτης - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2010). Ετυμολογικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (Β' ανατύπωση. 2009: A' έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.
- §545,5 - Μανόλης Τριανταφυλλίδης (2018) Νεοελληνική γραμματική (της δημοτικής). Θεσσαλονίκη: Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών (ανατύπωση της πρώτης έκδοσης του 1941, με διορθώσεις και επίμετρο - γραφή πολυτονική).
Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm)
Ετυμολογία
-ιώτης < (κληρονομημένο) ελληνιστική κοινή -ιώτης, επαυξημένη κατάληξη από την αρχαία ελληνική -ώτης από λέξεις που το θέμα τους είχε τον χαρακτήρα ιώτα.
Επίθημα
-ιώτης ή -ώτης αρσενικό
Τύποι
- -ῶτες (πληθυντικός)
- Μεσαιωνικές ελληνικές λέξεις με επίθημα -ιώτης στο Βικιλεξικό
- Μεσαιωνικές ελληνικές λέξεις με επίθημα -ώτης στο Βικιλεξικό
Αρχαία ελληνικά (grc)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ὁ | -ιώτης | οἱ | -ιῶται |
| γενική | τοῦ | -ιώτου | τῶν | -ιωτῶν |
| δοτική | τῷ | -ιώτῃ | τοῖς | -ιώταις |
| αιτιατική | τὸν | -ιώτην | τοὺς | -ιώτᾱς |
| κλητική ὦ! | -ιῶτᾰ | -ιῶται | ||
| δυϊκός | ||||
| ονομ-αιτ-κλ | τὼ | -ιώτᾱ | ||
| γεν-δοτ | τοῖν | -ιώταιν | ||
| 1η κλίση, ομάδα 'στρατιώτης', Κατηγορία 'στρατιώτης' όπως «στρατιώτης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- ελληνιστική κοινή -ιώτης < επαυξημένη κατάληξη από την αρχαία ελληνική -ώτης από λέξεις που το θέμα τους είχε τον χαρακτήρα ιώτα ‑ι- (π.χ. αρχαία ελληνικά στρατι-ώτης, Σικελι-ώτης)[1][2]
- → και δείτε αρχαία ελληνικά: -ώτης
Επίθημα
-ιώτης αρσενικό (ελληνιστική κοινή) (θηλυκό -ιῶτις για ορισμένα ουσιαστικά)
- -ώτης (για λέξεις με θεματικό χαρακτήρα ιώτα)
- Αρχαίες ελληνικές λέξεις με επίθημα -ιώτης στο Βικιλεξικό
- Λέξεις -ιώτης @perseus.tufts.edu Greek Dictionary Headword Search, Πανεπιστήμιο Tufts
- Αρχαίες ελληνικές λέξεις με επίθημα -ώτης στο Βικιλεξικό
Αναφορές
- -ιώτης, -ώτης - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2010). Ετυμολογικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (Β' ανατύπωση. 2009: A' έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.