Δευτερονόμιο
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | το | Δευτερονόμιο | τα | Δευτερονόμια |
| γενική | του | Δευτερονομίου & Δευτερονόμιου |
των | Δευτερονομίων |
| αιτιατική | το | Δευτερονόμιο | τα | Δευτερονόμια |
| κλητική | Δευτερονόμιο | Δευτερονόμια | ||
| Κατηγορία όπως «πρόσωπο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- Δευτερονόμιο < (ελληνιστική κοινή) Δευτερονόμιον (δεύτερος + νόμος, νομολογία)
Ουσιαστικό
Δευτερονόμιο ουδέτερο, μόνο στον ενικό
- (θρησκεία) το πέμπτο βιβλίο της Παλαιάς Διαθήκης και της Πεντατεύχου και κατ΄ επέκταση της Αγίας Γραφής.
Σημειώσεις
- το Δευτερονόμιο περιλαμβάνεται στα λεγόμενα πρωτοκανονικά βιβλία.
-
Δευτερονόμιο στη Βικιπαίδεια

-
Δευτερονόμιο στη Βικιθήκη

Μεταφράσεις
Δευτερονόμιο
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.