χριστιανός
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ο | χριστιανός | οι | χριστιανοί |
| γενική | του | χριστιανού | των | χριστιανών |
| αιτιατική | τον | χριστιανό | τους | χριστιανούς |
| κλητική | χριστιανέ | χριστιανοί | ||
| Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- χριστιανός < (διαχρονικό δάνειο) ελληνιστική κοινή χριστιανός < ελληνιστική κοινή χριστιανός Χριστός < αρχαία ελληνική χριστός < χρίω σημασιολογικό δάνειο από την αραμαϊκή μεσσίας)
Προφορά
- ΔΦΑ : /xɾi.stçaˈnos/ & /xɾi.sti̯aˈnos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : χρι‐στια‐νός
Ουσιαστικό
χριστιανός αρσενικό (θηλυκό χριστιανή)
- ο πιστός μιας από τις χριστιανικές εκκλησίες
- υπώνυμα: ορθόδοξος, καθολικός, διαμαρτυρόμενος
- που εφαρμόζει τη διδασκαλία του Χριστού
- (συνεκδοχικά) ο άνθρωπος
- ↪ Τι λες/θέλεις/κάνεις (εκεί), χριστιανέ μου!;
- ↪ Τι να κάνει άραγε αυτός ο χριστιανός;
Συγγενικά
- χριστιανικός
- χριστιανισμός
- χριστιανοσύνη
- → δείτε τις λέξεις Χριστός και χρίω
Επίθετο
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||||
|---|---|---|---|---|---|---|
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | ο | χριστιανός | η | χριστιανή | το | χριστιανό |
| γενική | του | χριστιανού | της | χριστιανής | του | χριστιανού |
| αιτιατική | τον | χριστιανό | τη | χριστιανή | το | χριστιανό |
| κλητική | χριστιανέ | χριστιανή | χριστιανό | |||
| ↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | οι | χριστιανοί | οι | χριστιανές | τα | χριστιανά |
| γενική | των | χριστιανών | των | χριστιανών | των | χριστιανών |
| αιτιατική | τους | χριστιανούς | τις | χριστιανές | τα | χριστιανά |
| κλητική | χριστιανοί | χριστιανές | χριστιανά | |||
| Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές | ||||||
χριστιανός, -ή, -ό
- ο χριστιανικός
- ↪ χριστιανὰ τὰ τέλη τῆς ζωῆς ἡμῶν, ἀνώδυνα, ἀνεπαίσχυντα, εἰρηνικά
Αναφορές
- ⌘ Δημητράκος, Δημήτριος Β. (1964) Μέγα λεξικὸν ὅλης τῆς Ἑλληνικῆς γλώσσης, 1930-1950. 2η έκδοση:1964. Αθήνα: Εκδόσεις: Δομή (15 τόμοι) & επανεκδόσεις, 1η έκδοση:1953 (9 τόμοι) Ελληνική Παιδεία, .
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.