Γαλάτες

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Γαλάτης οι Γαλάτες
      γενική του Γαλάτη των Γαλατών
    αιτιατική τον Γαλάτη τους Γαλάτες
     κλητική Γαλάτη Γαλάτες
Κατηγορία όπως «ναύτης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Κύριο όνομα

Γαλάτες

  1. (εθνωνύμιο, ιστορία) ο λαός των Γαλατών
  2. (χριστιανισμός)  δείτε τον τίτλο προς Γαλάτας ένα βιβλίο της Καινής Διαθήκης, αποτελούμενο από έξι κεφάλαια

Μεταφράσεις

Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος

Γαλάτες αρσενικό

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.