Έξοδος
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- Έξοδος < αρχαία ελληνική έξοδος,
Ουσιαστικό
Έξοδος θηλυκό, μόνο στον ενικό
- (θρησκεία) το δεύτερο βιβλίο της Παλαιάς Διαθήκης και της Πεντατεύχου και κατ΄ επέκταση της Αγίας Γραφής.
Σημειώσεις
- η Έξοδος περιλαμβάνεται στα λεγόμενα πρωτοκανονικά βιβλία.
-
Έξοδος (βιβλίο) στη Βικιπαίδεια

-
Έξοδος στη Βικιθήκη

Μεταφράσεις
Έξοδος
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.