σύμφωνο

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το σύμφωνο τα σύμφωνα
      γενική του συμφώνου
& σύμφωνου
των συμφώνων
    αιτιατική το σύμφωνο τα σύμφωνα
     κλητική σύμφωνο σύμφωνα
Κατηγορία όπως «πρόσωπο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

σύμφωνο < (διαχρονικό δάνειο) ελληνιστική κοινή σύμφωνον < ουσιαστικοποιημένο ουδέτερο του αρχαίου σύμφωνος < σύν (σύμ-) + φων(ή) + -ος

Προφορά

ΔΦΑ : /ˈsiɱ.fo.no/
τυπογραφικός συλλαβισμός: σύμφωνο
παρώνυμο: συμφωνώ

Ουσιαστικό

σύμφωνο ουδέτερο

  1. (γλωσσολογία, φωνητική) φθόγγος που παράγεται από το στένεμα ή τη φραγή του αέρα από τα φωνητικά όργανα
    Κάθε ανθρώπινη γλώσσα έχει τα δικά της σύμφωνα. Στα κοινά νέα ελληνικά υπάρχουν περίπου 27 σύμφωνα, ανάλογα με τον τρόπο μέτρησης (αδιαμφισβήτα σύμφωνα ή και τα αλλόφωνα).
      Αναλυτικά, τα σύμφωνα της κοινής νέας ελληνικής είναι: - στο λήμμα φωνήεν-σύμφωνο - Γλωσσάρι όρων γλωσσολογίας που χρησιμοποιούνται στα σχολικά εγχειρίδια. - Digital PanGloss στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
  2. (γραμματική, γράμμα) σύμβολο για συμφωνικό φθόγγο
    τα σύμφωνα του νεότερου ελληνικού αλφαβήτου είναι 17 κεφαλαία (Β, Γ, Δ, Ζ, Θ, Κ, Λ, Μ, Ν, Ξ, Π, Ρ, Σ, Τ, Φ, Χ, Ψ) και 18 πεζά (β, γ, δ, ζ, θ, κ, λ, μ, ν, ξ, π, ρ, σ & ς, τ, φ, χ, ψ) Τα συμπλέγματά τους είναι 6 (μπ, ντ, γκ, γγ, τσ, τζ)
    τα κεφαλαία σύμφωνα του βασικού νεότερου λατινικού αλφαβήτου είναι 18 (B, C, D, F, G, J, K, L, M, N, P, Q, R, S, T, U, X, Z) και επιπλέον το W και το Υ
  3. (πολιτική) συμφωνία μεταξύ δύο ή περισσότερων κρατών
    Σύμφωνο της Βαρσοβίας
    παραβιάζεται το σύμφωνο μη επιθέσεως

Εκφράσεις

Συγγενικά

για τον φθόγγο:

 και δείτε τη λέξη σύμφωνος

  • κατηγορίες των συμφώνων στη φωνητική:
    άηχο σύμφωνο, διχειλικό σύμφωνο, ηχηρό σύμφωνο, κλειστό σύμφωνο, μονοπαλλόμενο σύμφωνο, οδοντικό σύμφωνο, ουρανικό σύμφωνο, προσεγγιστικό σύμφωνο, προστριβόμενο σύμφωνο, ρινικό σύμφωνο, τριβόμενο σύμφωνο, υπερωικό σύμφωνο, φατνιακό σύμφωνο, χειλοδοντικό σύμφωνο
  • στη γραμματική (και στη φωνητική)
    διπλό σύμφωνο
  • σύμφωνο στη Βικιπαίδεια Λήμμα στη Βικιπαίδεια

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.