διχειλικό σύμφωνο

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

διχειλικό σύμφωνο <  δείτε τις λέξεις διχειλικός και σύμφωνο, μεταφραστικό δάνειο από τη γαλλική consonne bilabiale

Προφορά

ΔΦΑ : /ði.çi.liˈko ˈsiɱ.fo.no/

Πολυλεκτικός όρος

διχειλικό σύμφωνο

Σημειώσεις

στα ελληνικά, διχειλικά σύμφωνα είναι

  • το άηχο κλειστό [p]
  • το ηχηρό κλειστό [b]
  • το έρρινο [m]

Συγγενικά

  • χειλικό σύμφωνο
  • χειλοδοντικό σύμφωνο
  • χειλοϋπερωικό σύμφωνο

Μεταφράσεις

Πηγές

διχειλικό σύμφωνο (bilabial consonant) - Λεξικό γλωσσολογικών όρων - Digital PanGloss στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας (200608)

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.