ρουμπίνι

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το ρουμπίνι τα ρουμπίνια
      γενική του ρουμπινιού των ρουμπινιών
    αιτιατική το ρουμπίνι τα ρουμπίνια
     κλητική ρουμπίνι ρουμπίνια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ρουμπίνι

Ετυμολογία

ρουμπίνι < (άμεσο δάνειο) ιταλική rubin(o) + < μεσαιωνική λατινική rubinus < λατινική rubeus (κόκκινος)[1]

Προφορά

ΔΦΑ : /ɾuˈbi.ni/
τυπογραφικός συλλαβισμός: ρουμπίνι
τονικό παρώνυμο: ρουμπινί

Ουσιαστικό

ρουμπίνι ουδέτερο

Συγγενικά

Μεταφράσεις

Αναφορές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.