Γαλλία

Η σημαία της Γαλλίας, η τρικολόρ.

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Γαλλία οι Γαλλίες
      γενική της Γαλλίας των Γαλλιών
    αιτιατική τη Γαλλία τις Γαλλίες
     κλητική Γαλλία Γαλλίες
Συνήθως στον ενικό.
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
Η θέση της Γαλλίας στην Ευρώπη.

Ετυμολογία

Γαλλία < λατινική Gallia

Προφορά

ΔΦΑ : /ɣaˈli.a/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Γαλλία

Κύριο όνομα

Γαλλία θηλυκό στον ενικό

Συγγενικά

Σύνθετα

  • Κατηγορία:Πόλεις της Γαλλίας (νέα ελληνικά) στο Βικιλεξικό
  • Κατηγορία:Πόλεις της Γαλλίας (γαλλικά) στο Βικιλεξικό
  • Γαλλία στη Βικιπαίδεια Λήμμα στη Βικιπαίδεια
  • Γαλλία στα Βικιταξίδια Άρθρο στα Βικιταξίδια

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.