γαλλοτραφής
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||||
|---|---|---|---|---|---|---|
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | ο | γαλλοτραφής | η | γαλλοτραφής | το | γαλλοτραφές |
| γενική | του | γαλλοτραφούς* | της | γαλλοτραφούς | του | γαλλοτραφούς |
| αιτιατική | τον | γαλλοτραφή | τη | γαλλοτραφή | το | γαλλοτραφές |
| κλητική | γαλλοτραφή(ς) | γαλλοτραφής | γαλλοτραφές | |||
| ↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | οι | γαλλοτραφείς | οι | γαλλοτραφείς | τα | γαλλοτραφή |
| γενική | των | γαλλοτραφών | των | γαλλοτραφών | των | γαλλοτραφών |
| αιτιατική | τους | γαλλοτραφείς | τις | γαλλοτραφείς | τα | γαλλοτραφή |
| κλητική | γαλλοτραφείς | γαλλοτραφείς | γαλλοτραφή | |||
| * Και προφορικός τύπος σε -ή στη γενική ενικού αρσενικού, ή και θηλυκού | ||||||
| Κατηγορία όπως «συνεχής» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές | ||||||
Συνώνυμα
- γαλλοθρεμμένος
Μεταφράσεις
γαλλοτραφής
|
|
- -τραφής - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.