-τής

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο ής οι ές
      γενική του ή των ών
    αιτιατική τον ή τους ές
     κλητική ή ές
Κατηγορία όπως «ποιητής» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

-τής < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική -τής.
Οι άλλες μορφές του επιθήματος, ανάλογα με το αοριστικό θέμα του ρήματος από το οποίο παράγονται.

Προφορά

ΔΦΑ : /ˈtis/

Επίθημα

-τής αρσενικό (θηλυκό -τρια & -τρα)

  • -της Νεοελληνικές λέξεις με επίθημα -της στο Βικιλεξικό
  • -τής Νεοελληνικές λέξεις με επίθημα -τής στο Βικιλεξικό
  • -ήτης Νεοελληνικές λέξεις με επίθημα -ήτης στο Βικιλεξικό
  • -ητής Νεοελληνικές λέξεις με επίθημα -ητής στο Βικιλεξικό
  • -ωτής Νεοελληνικές λέξεις με επίθημα -ωτής στο Βικιλεξικό
  • -στης Νεοελληνικές λέξεις με επίθημα -στης στο Βικιλεξικό
  • -στής Νεοελληνικές λέξεις με επίθημα -στής στο Βικιλεξικό
  • -ιστής Νεοελληνικές λέξεις με επίθημα -ιστής στο Βικιλεξικό
  • -κτης Νεοελληνικές λέξεις με επίθημα -κτης στο Βικιλεξικό
  • -κτής Νεοελληνικές λέξεις με επίθημα -κτής στο Βικιλεξικό
  • -χτης Νεοελληνικές λέξεις με επίθημα -χτης στο Βικιλεξικό
  • -χτής Νεοελληνικές λέξεις με επίθημα -χτής στο Βικιλεξικό
  • -πτης Νεοελληνικές λέξεις με επίθημα -πτης στο Βικιλεξικό
  • -φτης Νεοελληνικές λέξεις με επίθημα -φτης στο Βικιλεξικό

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.