ραδίκι

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το ραδίκι τα ραδίκια
      γενική του ραδικιού των ραδικιών
    αιτιατική το ραδίκι τα ραδίκια
     κλητική ραδίκι ραδίκια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

ραδίκι < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική ραδίκι < ιταλική radicchi, πληθυντικός αριθμός του radicchio < λατινική radicula (ριζούλα) < radix < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *wréh₂ds (ρίζα) (πβ. αρχαία ελληνική ῥάδιξ=κλαδί)
Ραδίκι στο χώμα.

Ουσιαστικό

ραδίκι ουδέτερο

Εκφράσεις

Συνώνυμα

Σύνθετα

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.