Ασσυρία
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | η | Ασσυρία | οι | Ασσυρίες |
| γενική | της | Ασσυρίας | των | Ασσυριών |
| αιτιατική | την | Ασσυρία | τις | Ασσυρίες |
| κλητική | Ασσυρία | Ασσυρίες | ||
| Συνήθως στον ενικό. | ||||
| Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- Ασσυρία < αρχαία ελληνική Ἀσσυρία < ακκαδική 𒀸𒋗𒁺𐎹 (Aššūrāyu) < 𒀸𒋩 (Aššur) η πρωτεύουσα του κράτους τους
Προφορά
- ΔΦΑ : /a.siˈri.a/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Ασ‐συ‐ρί‐α
Κύριο όνομα
Ασσυρία θηλυκό
- (ιστορική χώρα) σημιτικό ακκαδικό βασίλειο, που από τον 23ο αιώνα π.Χ. μέχρι το 608 π.Χ. βρισκόταν στον άνω ρου του Τίγρη ποταμού στη βόρεια Μεσοποταμία (σημερινό Ιράκ)
- ※ Η μεγάλη ακμή του βασιλείου της Ασσυρίας ξεκινά το πρώτο μισό του 9ου αι. π.Χ. με τον Ασσουρνασιρπάλ Β΄ και ολοκληρώνεται μετά τα μέσα του 7ου αι. π.Χ. με τον Ασσουρμπανιπάλ (γνωστός με το εξελληνισμένο όνομα Σαρδανάπαλος), τον τελευταίο μεγάλο μονάρχη της Ασσυρίας.
- Ο πολεμικός κόσμος των Ασσυρίων, Η Καθημερινή, 13 Ιανουαρίου 2008
- ※ Η μεγάλη ακμή του βασιλείου της Ασσυρίας ξεκινά το πρώτο μισό του 9ου αι. π.Χ. με τον Ασσουρνασιρπάλ Β΄ και ολοκληρώνεται μετά τα μέσα του 7ου αι. π.Χ. με τον Ασσουρμπανιπάλ (γνωστός με το εξελληνισμένο όνομα Σαρδανάπαλος), τον τελευταίο μεγάλο μονάρχη της Ασσυρίας.
Συγγενικά
-
Ασσυρία στη Βικιπαίδεια

Μεταφράσεις
Ασσυρία
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.