μελαγχολικός
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||||
|---|---|---|---|---|---|---|
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | ο | μελαγχολικός | η | μελαγχολική | το | μελαγχολικό |
| γενική | του | μελαγχολικού | της | μελαγχολικής | του | μελαγχολικού |
| αιτιατική | τον | μελαγχολικό | τη | μελαγχολική | το | μελαγχολικό |
| κλητική | μελαγχολικέ | μελαγχολική | μελαγχολικό | |||
| ↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | οι | μελαγχολικοί | οι | μελαγχολικές | τα | μελαγχολικά |
| γενική | των | μελαγχολικών | των | μελαγχολικών | των | μελαγχολικών |
| αιτιατική | τους | μελαγχολικούς | τις | μελαγχολικές | τα | μελαγχολικά |
| κλητική | μελαγχολικοί | μελαγχολικές | μελαγχολικά | |||
| Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές | ||||||
Ετυμολογία
- μελαγχολικός < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική μελαγχολικός < μελαγχολ(ία) + -ικός
Προφορά
- ΔΦΑ : /me.laŋ.xo.liˈkos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : με‐λαγ‐χο‐λι‐κός
Παράγωγα
- μελαγχολικά (επίρρημα)
Συγγενικά
- → δείτε τις λέξεις μελαγχολία, μέλας και χολή
Μεταφράσεις
Πηγές
- μελαγχολικός - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- μελαγχολικός - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
Αρχαία ελληνικά (grc)
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||||
|---|---|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ὁ | μελαγχολικός | ἡ | μελαγχολική | τὸ | μελαγχολικόν |
| γενική | τοῦ | μελαγχολικοῦ | τῆς | μελαγχολικῆς | τοῦ | μελαγχολικοῦ |
| δοτική | τῷ | μελαγχολικῷ | τῇ | μελαγχολικῇ | τῷ | μελαγχολικῷ |
| αιτιατική | τὸν | μελαγχολικόν | τὴν | μελαγχολικήν | τὸ | μελαγχολικόν |
| κλητική ὦ! | μελαγχολικέ | μελαγχολική | μελαγχολικόν | |||
| ↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
| ονομαστική | οἱ | μελαγχολικοί | αἱ | μελαγχολικαί | τὰ | μελαγχολικᾰ́ |
| γενική | τῶν | μελαγχολικῶν | τῶν | μελαγχολικῶν | τῶν | μελαγχολικῶν |
| δοτική | τοῖς | μελαγχολικοῖς | ταῖς | μελαγχολικαῖς | τοῖς | μελαγχολικοῖς |
| αιτιατική | τοὺς | μελαγχολικούς | τὰς | μελαγχολικᾱ́ς | τὰ | μελαγχολικᾰ́ |
| κλητική ὦ! | μελαγχολικοί | μελαγχολικαί | μελαγχολικᾰ́ | |||
| δυϊκός | ||||||
| ονομ-αιτ-κλ | τὼ | μελαγχολικώ | τὼ | μελαγχολικᾱ́ | τὼ | μελαγχολικώ |
| γεν-δοτ | τοῖν | μελαγχολικοῖν | τοῖν | μελαγχολικαῖν | τοῖν | μελαγχολικοῖν |
| 2η&1η κλίση, Κατηγορία 'καλός' όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές | ||||||
Ετυμολογία
- μελαγχολικός < μελαγχολ(ία) + -ικός
Παράγωγα
- μελαγχολικῶς
Πηγές
- μελαγχολικός - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- μελαγχολικός - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.