ηλεκτρονικό ταχυδρομείο
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | το | ηλεκτρονικό ταχυδρομείο | τα | ηλεκτρονικά ταχυδρομεία |
| γενική | του | ηλεκτρονικού ταχυδρομείου | των | ηλεκτρονικών ταχυδρομείων |
| αιτιατική | το | ηλεκτρονικό ταχυδρομείο | τα | ηλεκτρονικά ταχυδρομεία |
| κλητική | ηλεκτρονικό ταχυδρομείο | ηλεκτρονικά ταχυδρομεία | ||
| Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||

Η διεπαφή ενός προγράμματος ανάγνωσης ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, του Thunderbird
Ετυμολογία
- ηλεκτρονικό ταχυδρομείο < ηλεκτρονικός (ουδέτερο ηλεκτρονικό) & ταχυδρομείο, μεταφραστικό δάνειο από την αγγλική email
Προφορά
- ΔΦΑ : /i.lek.tɾo.niˈko ta.çi.ðɾoˈmi.o/
Πολυλεκτικός όρος
ηλεκτρονικό ταχυδρομείο ουδέτερο
- (διαδίκτυο, νεολογισμός) e-mail: διαδικτυακή υπηρεσία που επιτρέπει τη συγγραφή, αποστολή, λήψη και αποθήκευση μηνυμάτων με χρήση ηλεκτρονικών συστημάτων τηλεπικοινωνιών [1]
Συνώνυμα
Παράγωγα
Μεταφράσεις
ηλεκτρονικό ταχυδρομείο
|
Αναφορές
- Καπερώνης, Γρηγόρης (Πτυχιακή εργασία, 2006), Τηλεματικές εφαρμογές - Δίκτυα Hellaspac και Hellascom, σελ. 10, Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Ηπείρου - Σχολή Διοίκησης και Οικονομίας. Προσπέλαση 2020-05-17.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.