μεταφραστικό δάνειο

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

μεταφραστικό δάνειο < πιθανόν μεταφραστικό δάνειο από τη γερμανική Lehnübersetzung ή αγγλική loan translation  δείτε τις λέξεις μεταφραστικός και δάνειο

Προφορά

ΔΦΑ : /me.ta.fɾa.stiˈko ˈða.ni.o/

Πολυλεκτικός όρος

μεταφραστικό δάνειο ουδέτερο

  • (γλωσσολογία, είδος γλωσσικού δανείου) δάνεια λέξη, όρος ή φράση που δημιουργείται σε μία γλώσσα από την πιστή ή ελεύθερη μετάφραση της αντίστοιχης λέξης, όρου ή φράσης της ξένης γλώσσας
    η έκφραση από πού κι ως πού είναι μεταφραστικό δάνειο της έκφρασης nereden nereye από τα τουρκικά
    η λέξη ουρανοξύστης είναι μεταφραστικό δάνειο της λέξης skyscraper από τα αγγλικά
    ο όρος βιβλίο τσέπης είναι μεταφραστικό δάνειο της έκφρασης pocket book από τα αγγλικά

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.