Γεώργιος
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ο | Γεώργιος | οι | Γεώργιοι |
| γενική | του | Γεώργιου & Γεωργίου |
των | Γεώργιων & Γεωργίων |
| αιτιατική | τον | Γεώργιο | τους | Γεώργιους & Γεωργίους |
| κλητική | Γεώργιε | Γεώργιοι | ||
| Οι δεύτεροι τύποι, παλιότεροι, λόγιοι. | ||||
| Κατηγορία όπως «καρδινάλιος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- Γεώργιος < (κληρονομημένο) ελληνιστική κοινή Γεώργιος < αρχαία ελληνική γεωργός < γῆ + ἔργον
Προφορά
- ΔΦΑ : /ʝeˈoɾ.ʝi.os/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Γε‐ώρ‐γι‐ος
Συγγενικά
- Νεοελληνικές λέξεις με συνθετικό 'Γεώργιος' στο Βικιλεξικό
επίσης, παράγωγα:
-
Γεώργιος στη Βικιπαίδεια

Μεταφράσεις
Γεώργιος
|
Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm)
→ ζητούμενο λήμμα
Πηγές
- Γεώργιος, πολύ σπανιότερο Γεώργης, Γεωργίτζαινα, Γεωργοῦς & Γεωργία, Γεωργιλᾶς - ⌘PLP - Prosopographisches Lexikon der Palaiologenzeit [Προσωπογραφικό λεξικό της εποχής των Παλαιολόγων] στα γερμανικά. Επιμ. ⌘ Trapp, Erich, Österreichische Akademie der Wissenschaften (ÖAW, Αυστριακή Ακαδημία Επιστημών), τόμοι 15, 1976‑1995 (συντομογραφίες)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.