Ανταρκτική
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | η | Ανταρκτική | οι | Ανταρκτικές |
| γενική | της | Ανταρκτικής | των | Ανταρκτικών |
| αιτιατική | την | Ανταρκτική | τις | Ανταρκτικές |
| κλητική | Ανταρκτική | Ανταρκτικές | ||
| Συνήθως στον ενικό. | ||||
| Κατηγορία όπως «ψυχή» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
.svg.png.webp)
Η θέσης της Ανταρκτικής στον πλανήτη
Ετυμολογία
- Ανταρκτική < λόγιο ενδογενές δάνειο: νεολατινική Antarctica (αντιδάνειο) < αρχαία ελληνική ἀνταρκτικός < ἀντί (αντ-) + ἀρκτικός < ἄρκτος (αρκούδα)
Προφορά
- ΔΦΑ : /an.daɾ.ktiˈci/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Α‐νταρ‐κτι‐κή
Κύριο όνομα
Ανταρκτική θηλυκό στον ενικό
- ήπειρος της γης στο νότιο ημισφαίριο· στο έδαφός της βρίσκεται ο νότιος πόλος
- ※ Ανατροπή στην αντίληψη του δυτικού πολιτισμού ότι την Ανταρκτική ανακάλυψαν πρώτοι Ευρωπαίοι και Αμερικανοί τον 19ο αιώνα φέρνει νέα έρευνα που δημοσιεύθηκε στη Νέα Ζηλανδία και αποκαλύπτει ότι οι Πολυνήσιοι αυτόχθονες Μαορί είχαν ανακαλύψει την ήπειρο του Νοτίου Πόλου 14 ολόκληρους αιώνες πριν τις μέρες μας.
- Οι Μαορί είχαν ανακαλύψει την Ανταρκτική 12 αιώνες πριν τους Ευρωπαίους, Η Καθημερινή, 11 Ιουνίου 2021
- ※ Ανατροπή στην αντίληψη του δυτικού πολιτισμού ότι την Ανταρκτική ανακάλυψαν πρώτοι Ευρωπαίοι και Αμερικανοί τον 19ο αιώνα φέρνει νέα έρευνα που δημοσιεύθηκε στη Νέα Ζηλανδία και αποκαλύπτει ότι οι Πολυνήσιοι αυτόχθονες Μαορί είχαν ανακαλύψει την ήπειρο του Νοτίου Πόλου 14 ολόκληρους αιώνες πριν τις μέρες μας.
Συγγενικά
Μεταφράσεις
Ανταρκτική
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.