Αλβανός
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ο | Αλβανός | οι | Αλβανοί |
| γενική | του | Αλβανού | των | Αλβανών |
| αιτιατική | τον | Αλβανό | τους | Αλβανούς |
| κλητική | Αλβανέ | Αλβανοί | ||
| Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Σολωμός - κλίση: ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Προφορά
- ΔΦΑ : /al.vaˈnos/
- ⓘ
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Αλ‐βα‐νός
Ετυμολογία 1
Αλβανός < μεσαιωνική ελληνική Ἀλβανός.[1] Μορφολογικά αναλύεται σε Αλβαν(ία) + -ός
Κύριο όνομα
Αλβανός αρσενικό (θηλυκό Αλβανή ή Αλβανίδα)
- (εθνικό όνομα) o κάτοικος της Αλβανίας, ο αλβανικής εθνικότητας, ή που έχει την αλβανική ιθαγένεια
Μεταφράσεις
Αλβανός
Κύριο όνομα
Αλβανός αρσενικό (θηλυκό Αλβανού)
- ανδρικό επώνυμο[2]
- ※ Ο Ραϋμόνδος Αλβανός γεννήθηκε στην Αθήνα […] και από το 2002 διδάσκει, ως επιστημονικός συνεργάτης, στο τμήμα Ψηφιακών Μέσων και Επικοινωνίας […] του ΤΕΙ Δυτικής Μακεδονίας
- Βιογραφικό σημείωμα στη βάση δεδομένων βιβλιοnet· πρόσβαση: 2019-11-19.
- ※ Ο Ραϋμόνδος Αλβανός γεννήθηκε στην Αθήνα […] και από το 2002 διδάσκει, ως επιστημονικός συνεργάτης, στο τμήμα Ψηφιακών Μέσων και Επικοινωνίας […] του ΤΕΙ Δυτικής Μακεδονίας
Μεταγραφές
- λατινικοί χαρακτήρες: Alvanos
Αναφορές
- Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. (Αʹ έκδοση: 1998), λήμμα: Αλβανία
- Ντίνας, Κ. 1995. Kοζανίτικα επώνυμα (1759-1916). Kοζάνη: Iνστιτούτο Bιβλίου και Aνάγνωσης (Yπουργείο Πολιτισμού-Δήμος Kοζάνης)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.