Αλβανή

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Αλβανή οι Αλβανές
      γενική της Αλβανής των Αλβανών
    αιτιατική την Αλβανή τις Αλβανές
     κλητική Αλβανή Αλβανές
Κατηγορία όπως «ψυχή» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

Αλβανή < Αλβαν(ός) +

Προφορά

ΔΦΑ : /al.vaˈni/
 
τυπογραφικός συλλαβισμός: Αλβανή

Κύριο όνομα

Αλβανή θηλυκό

Μεταφράσεις

για γλώσσες που δεν έχουν ξεχωριστή λέξη για το θηλυκό σε αυτόν τον όρο (ή γενικά) δείτε Αλβανός

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.