-ρροια
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | η | -ρροια | οι | -ρροιες |
| γενική | της | -ρροιας | των | -ρροιών |
| αιτιατική | τη(ν) | -ρροια | τις | -ρροιες |
| κλητική | -ρροια | -ρροιες | ||
| Κατηγορία όπως «θάλασσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- -ρροια < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική -ρροια < ῥέω (αρχαία ελληνικά αἱμό-ρροια), λόγιο ενδογενές δάνειο: (λόγιο δάνειο) λατινική -rrhoea[1]
Προφορά
- ΔΦΑ : /ɾi.a/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : -ρ‐ροι‐α
Επίθημα
-ρροια θηλυκό
- δεύτερο συνθετικό για το σχηματισμό θηλυκών ουσιαστικών που δηλώνουν
- ροή από αντικείμενο ή με αιτιολογία ή συχνότητα που δηλώνει το πρώτο συνθετικό
- ανθόρροια (ροή ανθέων)
- εμμηνόρροια, λογόρροια, πτερόρροια, απόρροια, παλίρροια, πυόρροια
- ροή υγρού από μέρος του σώματος που δηλώνει το πρώτο συνθετικό
- ομαλόρροια (ροή από τον ομφαλ )
- προστατόρροια, σμηγματόρροια
- ροή από αντικείμενο ή με αιτιολογία ή συχνότητα που δηλώνει το πρώτο συνθετικό
Σύνθετα
- Νεοελληνικές λέξεις με επίθημα -ρροια στο Βικιλεξικό
Συγγενικά
Αναφορές
- %ρροια - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
Πηγές
- -ρροια - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
Αρχαία ελληνικά (grc)
→ ζητούμενο λήμμα
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.