-ρροια

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η -ρροια οι -ρροιες
      γενική της -ρροιας των -ρροιών
    αιτιατική τη(ν) -ρροια τις -ρροιες
     κλητική -ρροια -ρροιες
Κατηγορία όπως «θάλασσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

-ρροια < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική -ρροια < ῥέω (αρχαία ελληνικά αἱμό-ρροια), λόγιο ενδογενές δάνειο: (λόγιο δάνειο) λατινική -rrhoea[1]

Προφορά

ΔΦΑ : /ɾi.a/
τυπογραφικός συλλαβισμός: ροια

Επίθημα

-ρροια θηλυκό

Σύνθετα

  • Νεοελληνικές λέξεις με επίθημα -ρροια στο Βικιλεξικό

Συγγενικά

Μεταφράσεις

Αναφορές

Πηγές

  • -ρροια - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)



Αρχαία ελληνικά (grc)

ζητούμενο λήμμα

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.