ραδιόφωνο

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το ραδιόφωνο τα ραδιόφωνα
      γενική του ραδιοφώνου
& ραδιόφωνου
των ραδιοφώνων
    αιτιατική το ραδιόφωνο τα ραδιόφωνα
     κλητική ραδιόφωνο ραδιόφωνα
Κατηγορία όπως «πρόσωπο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

ραδιόφωνο < λόγιο ενδογενές δάνειο: (άμεσο δάνειο) αγγλική radiophone < radio- (< λατινική radius) + -phone (< αρχαία ελληνική φωνή). Αναλύεται σε ραδιό- + -φωνο

Προφορά

ΔΦΑ : /ɾaˈðʝo.fo.no/ & /ɾaˈði̯o.fo.no/
τυπογραφικός συλλαβισμός: ραδιόφωνο

Ουσιαστικό

ραδιόφωνο ουδέτερο

Υπερώνυμα

Συγγενικά

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.