ραδιοφωνία

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ραδιοφωνία οι ραδιοφωνίες
      γενική της ραδιοφωνίας των ραδιοφωνιών
    αιτιατική τη ραδιοφωνία τις ραδιοφωνίες
     κλητική ραδιοφωνία ραδιοφωνίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

ραδιοφωνία < (λόγιο δάνειο) γαλλική radiophonie[1]

Ουσιαστικό

ραδιοφωνία θηλυκό


Συγγενικά

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.