μισερός

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός      
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο μισερός η μισερή το μισερό
      γενική του μισερού της μισερής του μισερού
    αιτιατική τον μισερό τη μισερή το μισερό
     κλητική μισερέ μισερή μισερό
 πτώσεις   πληθυντικός  
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι μισεροί οι μισερές τα μισερά
      γενική των μισερών των μισερών των μισερών
    αιτιατική τους μισερούς τις μισερές τα μισερά
     κλητική μισεροί μισερές μισερά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία

μισερός < μεσαιωνική ελληνική μισερός[1] [2] < μισός < αρχαία ελληνική ἥμισυς (ή < μισός + -ερός[3] [4])

Προφορά

ΔΦΑ : /mi.seˈros/
τυπογραφικός συλλαβισμός: μισερός

Επίθετο

μισερός, -ή, -ό

Αντώνυμα

Συγγενικά

Μεταφράσεις

  1. μισερός - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
  2. μισερός - LBG - Trapp, Erich, et al. (1994–2007) Lexikon zur byzantinischen Gräzität besonders des 9.-12. Jahrhunderts (Λεξικό της Βυζαντινής Ελληνικής, ιδίως για τον 9ο-12ο αιώνα), Verlag der Österreichischen Akademie der Wissenschaften (Έκδοση της Αυστριακής Ακαδημίας Επιστημών)
  3. μισερός - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
  4. Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. (Αʹ έκδοση: 1998)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.