ηχοκαρδιογραφία
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | η | ηχοκαρδιογραφία | οι | ηχοκαρδιογραφίες |
| γενική | της | ηχοκαρδιογραφίας | των | ηχοκαρδιογραφιών |
| αιτιατική | την | ηχοκαρδιογραφία | τις | ηχοκαρδιογραφίες |
| κλητική | ηχοκαρδιογραφία | ηχοκαρδιογραφίες | ||
| Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- ηχοκαρδιογραφία < λόγιο ενδογενές δάνειο: αγγλική echocardiography < echo-, στη σημασία: υπέρηχος (υπερηχο-) (αρχαία ελληνική ἦχ(ος) + -ο- ή < ἠχ(ώ) + -ο-) + cardio- καρδιο- (< καρδία) + -γραφία < γράφω
Προφορά
- ΔΦΑ : /i.xo.kaɾ.ði.o.ɣɾaˈfi.a/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : η‐χο‐καρ‐δι‐ο‐γρα‐φί‐α
Συγγενικά
Σημειώσεις
Μεταφράσεις
ηχοκαρδιογραφία
Πηγές
- Λέξεις με -ηχοκαρδ- - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.