ηχοκαρδιογράφημα

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το ηχοκαρδιογράφημα τα ηχοκαρδιογραφήματα
      γενική του ηχοκαρδιογραφήματος των ηχοκαρδιογραφημάτων
    αιτιατική το ηχοκαρδιογράφημα τα ηχοκαρδιογραφήματα
     κλητική ηχοκαρδιογράφημα ηχοκαρδιογραφήματα
Κατηγορία όπως «όνομα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

ηχοκαρδιογράφημα < ήχος + καρδιά + γράφημα

Ουσιαστικό

ηχοκαρδιογράφημα ουδέτερο

  • εξέταση της καρδιάς με παρακολούθηση της λειτουργίας της με υπέρηχους -αναφέρεται συνήθως ως "υπέρηχοι καρδιάς"

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.