ζώνη ώρας
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | η | ζώνη ώρας | οι | ζώνες ώρας |
| γενική | της | ζώνης ώρας | των | ζωνών ώρας |
| αιτιατική | τη | ζώνη ώρας | τις | ζώνες ώρας |
| κλητική | ζώνη ώρας | ζώνες ώρας | ||
| Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||

Χάρτης των ζωνών ώρας.
Ετυμολογία
Προφορά
- ΔΦΑ : /ˈzo.ni ˈo.ɾas/
Πολυλεκτικός όρος
ζώνη ώρας θηλυκό
- (γεωγραφία) ζώνη πλάτους 15 μοιρών στην επιφάνεια της Γης σε σχήμα γεωμετρικής ατράκτου, η οποία συμβατικά έχει την ίδια ώρα
- ※ Η Ισπανία αρχικά βρισκόταν στην ίδια ζώνη ώρας με την Πορτογαλία και το Ηνωμένο Βασίλειο, δηλαδή στην ώρα Γκρίνουιτς, αφού γεωγραφικά εμπίπτουν στον ίδιο μεσημβρινό. Όμως ο Φράνκο αποφάσισε να πάει τα ρολόγια της χώρας μία ώρα μπροστά, ώστε να έχει την ίδια ώρα με τη ναζιστική Γερμανία του Χίτλερ, με την οποία διατηρούσε στενούς δεσμούς.
- Αλλαγή ώρας εξετάζει η Ισπανία λόγω… Φράνκο και Χίτλερ, Η Καθημερινή (13 Δεκεμβρίου 2016)
- ※ Η Ισπανία αρχικά βρισκόταν στην ίδια ζώνη ώρας με την Πορτογαλία και το Ηνωμένο Βασίλειο, δηλαδή στην ώρα Γκρίνουιτς, αφού γεωγραφικά εμπίπτουν στον ίδιο μεσημβρινό. Όμως ο Φράνκο αποφάσισε να πάει τα ρολόγια της χώρας μία ώρα μπροστά, ώστε να έχει την ίδια ώρα με τη ναζιστική Γερμανία του Χίτλερ, με την οποία διατηρούσε στενούς δεσμούς.
- ωριαία άτρακτος
- ωριαία ζώνη
- ωρολογιακή ζώνη
-
ζώνη ώρας στη Βικιπαίδεια

Μεταφράσεις
ζώνη ώρας
|
Πηγές
- ζώνη - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.