υποδιευθυντής
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ο | υποδιευθυντής | οι | υποδιευθυντές |
| γενική | του | υποδιευθυντή | των | υποδιευθυντών |
| αιτιατική | τον | υποδιευθυντή | τους | υποδιευθυντές |
| κλητική | υποδιευθυντή | υποδιευθυντές | ||
| Κατηγορία όπως «ποιητής» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- υποδιευθυντής < υπο- + διευθυντής (μεταφραστικό δάνειο από τη γαλλική sous-directeur) [1]
Προφορά
- ΔΦΑ : /i.po.ði̯e.fθinˈdis/ & /i.po.ðʝe.fθinˈdis/
Ουσιαστικό
υποδιευθυντής αρσενικό (θηλυκό υποδιευθύντρια)
Συγγενικά
- υποδιεύθυνση
- υποδιευθύντρια
- → δείτε τις λέξεις υπό, διευθύνω και ευθύς
Μεταφράσεις
Αναφορές
- υποδιευθυντής - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.