σχεδόν
Νέα ελληνικά (el)
Προφορά
- ΔΦΑ : /sçeˈðon/
Μεταφράσεις
Αναφορές
- Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2010). Ετυμολογικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (Β' ανατύπωση. 2009: A' έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.
Πηγές
- σχεδόν - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- σχεδόν - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
- Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. (Αʹ έκδοση: 1998)
Αρχαία ελληνικά (grc)
Επίρρημα
σχεδόν
- κοντά, πλησίον, πολύ κοντά
- ※ 8ος πκε αιώνας ⌘ Ὅμηρος, Ὀδύσσεια, 5 (ε. Ἀπόπλους Ὀδυσσέως παρὰ Καλυψοῦς.), στίχ. 392 (391-392)
- καὶ τότ᾽ ἔπειτ᾽ ἄνεμος μὲν ἐπαύσατο ἠδὲ γαλήνη | ἔπλετο νηνεμίη, ὁ δ᾽ ἄρα σχεδὸν εἴσιδε γαῖαν
- έπεσε ο άνεμος, γαλήνεψε, | κι έγινε νηνεμία. Και ξαφνικά βλέπει στο πλάι του στεριά·
- Μετάφραση σε πεζό (2006): Δημήτρης Ν. Μαρωνίτης, @greek‑language.gr
- καὶ τότ᾽ ἔπειτ᾽ ἄνεμος μὲν ἐπαύσατο ἠδὲ γαλήνη | ἔπλετο νηνεμίη, ὁ δ᾽ ἄρα σχεδὸν εἴσιδε γαῖαν
- ※ 8ος πκε αιώνας ⌘ Ὅμηρος, Ὀδύσσεια, 9 (ι. Ἀλκίνου ἀπόλογοι: Τὰ περὶ Κίκονας, Λωτοφάγους καὶ Κύκλωπας.), στίχ. 23 (22-24)
- ἀμφὶ δὲ νῆσοι | πολλαὶ ναιετάουσι μάλα σχεδὸν ἀλλήλῃσι, | Δουλίχιόν τε Σάμη τε καὶ ὑλήεσσα Ζάκυνθος.
- Τριγύρω κατοικούνται κι άλλα | πολλά νησιά, πολύ κοντά το ένα στο άλλο, | Δουλίχιο και Σάμη, η δασωμένη Ζάκυνθος.
- Μετάφραση σε πεζό (2006): Δημήτρης Ν. Μαρωνίτης, @greek‑language.gr
- ἀμφὶ δὲ νῆσοι | πολλαὶ ναιετάουσι μάλα σχεδὸν ἀλλήλῃσι, | Δουλίχιόν τε Σάμη τε καὶ ὑλήεσσα Ζάκυνθος.
- ※ 7ος πκε αιώνας ⌘ Ἡσίοδος, (αποδίδεται) Ἀσπὶς Ἡρακλέουςw, 432 (431-432)
- οὐδέ τις αὐτὸν | ἔτλη ἐς ἄντα ἰδὼν σχεδὸν ἐλθέμεν οὐδὲ μάχεσθαι·
- Κι ούτε κανείς | θα τόλμαγε κοντά του να ᾽ρθει να το δει πρόσωπο με πρόσωπο, ούτε ν᾽ αγωνιστεί μαζί του.
- Μετάφραση (2001): Σταύρος Γκιργκένης, Θεσσαλονίκη: Ζήτρος @greek‑language.gr
- οὐδέ τις αὐτὸν | ἔτλη ἐς ἄντα ἰδὼν σχεδὸν ἐλθέμεν οὐδὲ μάχεσθαι·
- ※ 8ος πκε αιώνας ⌘ Ὅμηρος, Ὀδύσσεια, 5 (ε. Ἀπόπλους Ὀδυσσέως παρὰ Καλυψοῦς.), στίχ. 392 (391-392)
- πολύ λίγο, ελάχιστα
- (με δοτική) ομοίως, παρόμοια, όπως
- σχεδόν, περίπου, λίγο ή πολύ
- ※ 5ος πκε αιώνας ⌘ Ἡρόδοτος, Ἱστορίαι, 2 (Εὐτέρπη), 48.2
- τὴν δὲ ἄλλην ἀνάγουσι ὁρτὴν τῷ Διονύσῳ οἱ Αἰγύπτιοι πλὴν χορῶν κατὰ ταὐτὰ σχεδὸν πάντα Ἕλλησι·
- Όσο για την υπόλοιπη εορτή του Διόνυσου, σε όλα σχεδόν, παρεκτός στους χορούς, οι Αιγύπτιοι την τελούν όπως και οι Έλληνες·
- Μετάφραση (1992): Λεωνίδας Ζενάκος Αθήνα:Γκοβόστης @greek‑language.gr
- τὴν δὲ ἄλλην ἀνάγουσι ὁρτὴν τῷ Διονύσῳ οἱ Αἰγύπτιοι πλὴν χορῶν κατὰ ταὐτὰ σχεδὸν πάντα Ἕλλησι·
- ※ 4ος πκε αιώνας ⌘ Δημοσθένης, Ὀλυνθιακὸς β′, 25
- ἴστε γὰρ δήπου τοῦθ᾽, ὅτι μελλόντων αὐτῶν, ἑτέρους τινὰς ἐλπιζόντων πράξειν, αἰτιωμένων ἀλλήλους, κρινόντων, πάλιν ἐλπιζόντων, σχεδὸν ταὔθ᾽ ἅπερ νυνὶ ποιούντων, ἅπας ὁ χρόνος διελήλυθεν.
- Το ξέρετε βέβαια ότι όλος ο καιρός έχει περάσει με αναβολές, με την ελπίδα πως κάποιοι άλλοι θα ενεργήσουν για σας, με κατηγορίες ο ένας για τον άλλον, ασχολούμενοι με δίκες, πάλι ελπίζοντας και κάνοντας σχεδόν τα ίδια ακριβώς που κάνετε και τώρα.
- Μετάφραση (1998): Α.Ι. Γιαγκόπουλος - Μ. Αραποπούλου, Θεσσαλονίκη: Ζήτρος @greek‑language.gr
- ἴστε γὰρ δήπου τοῦθ᾽, ὅτι μελλόντων αὐτῶν, ἑτέρους τινὰς ἐλπιζόντων πράξειν, αἰτιωμένων ἀλλήλους, κρινόντων, πάλιν ἐλπιζόντων, σχεδὸν ταὔθ᾽ ἅπερ νυνὶ ποιούντων, ἅπας ὁ χρόνος διελήλυθεν.
- ※ 5ος πκε αιώνας ⌘ Ἡρόδοτος, Ἱστορίαι, 2 (Εὐτέρπη), 48.2
- (μεταφορικά) (για δήλωση συγγενικής σχέσης) κοντά, πλησίον
- ※ 8ος πκε αιώνας ⌘ Ὅμηρος, Ὀδύσσεια, 10 (κ. Ἀλκίνου ἀπόλογοι: Τὰ περὶ Αἴολον, Λαιστρυγόνας καὶ Κίρκην.), στίχ. 441 (440-441)
- τῷ οἱ ἀποτμήξας κεφαλὴν οὖδάσδε πελάσσαι, | καὶ πηῷ περ ἐόντι μάλα σχεδόν·
- και κόβοντας το κεφάλι του, να το άφηνα να κυλιστεί στο χώμα, | κι ας ήταν άνθρωπος πολύ δικός·
- Μετάφραση σε πεζό (2006): Δημήτρης Ν. Μαρωνίτης, @greek‑language.gr
- τῷ οἱ ἀποτμήξας κεφαλὴν οὖδάσδε πελάσσαι, | καὶ πηῷ περ ἐόντι μάλα σχεδόν·
- ※ 8ος πκε αιώνας ⌘ Ὅμηρος, Ὀδύσσεια, 10 (κ. Ἀλκίνου ἀπόλογοι: Τὰ περὶ Αἴολον, Λαιστρυγόνας καὶ Κίρκην.), στίχ. 441 (440-441)
- ίσως
Σύνθετα
- αὐτοσχεδόν
- ἐπισχεδόν
- παρασχεδόν
Συγγενικά
- αὐτοσχεδιάζω και τα παράγωγά του
- σχεδιάζω και τα παράγωγά του
- σχεδίην
- σχέδιος
- σχεδόθεν
Αναφορές
- σχεδόν σελ. 1436 - Beekes, Robert S. P. (2010) Etymological Dictionary of Greek. [Ετυμολογικό λεξικό της ελληνικής γλώσσας] (στα αγγλικά) με την αρωγή του Lucien van Beek. Leiden: Brill. Τόμοι 1‑2.
Πηγές
- σχεδόν - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- σχεδόν - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.