παστερίωση

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η παστερίωση οι παστεριώσεις
      γενική της παστερίωσης των παστεριώσεων
    αιτιατική την παστερίωση τις παστεριώσεις
     κλητική παστερίωση παστεριώσεις
Η λόγια γενική ενικού σε -εως δε συνηθίζεται σε νεότερες λέξεις.
Κατηγορία όπως «παγκοσμιοποίηση» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

παστερίωση < παστεριώ(νω) (γαλλική pasteuriser) + -ση < Louis Jean Pasteur (Λουί Παστέρ) (ανθρωπωνύμιο)

Ουσιαστικό

παστερίωση θηλυκό

Συγγενικά

Εκφράσεις

  • χαμηλή παστερίωση : γίνεται με θέρμανση του προϊόντος σε σχετικά χαμηλές θερμοκρασίες (π.χ. στους 72 βαθμούς για 16-20 δευτερόλεπτα ή στους 60 βαθμούς για 30 λεπτά). Με την ήπια αυτή θερμική επεξεργασία κερδίζουμε σε ποιότητα και διατροφική αξία και χάνουμε σε διατηρησιμότητα.
    Οι θερμικές επεξεργασίες που υφίσταται το γάλα είναι αυτή της χαμηλής παστερίωσης (στους 72-73°C για 15 δευτερόλεπτα), η οποία έχει σαν στόχο την καταστροφή όλων των παθογόνων για τον άνθρωπο μικροοργανισμών. (*)
  • υψηλή παστερίωση : γίνεται με θέρμανση του προϊόντος σε σχετικά υψηλές θερμοκρασίες και μ’ αυτόν τον τρόπο το τρόφιμο διατηρείται περισσότερες ημέρες
      Έτσι μπορεί να χρησιμοποιηθούν υψηλότερες θερμοκρασίες για (αντίστοιχα) μικρότερους χρόνους, που φθάνουν ως θέρμανση στους 100°C για 0,01 δευτερόλεπτο (ναι, ένα εκατοστό του δευτερολέπτου!). Στις περιπτώσεις αυτές μιλάμε για «υψηλή ή στιγμιαία παστερίωση» (high or flash pasteurization) αφού έχουμε πράγματι παστερίωση (και όχι αποστείρωση) με σύντομη ή στιγμιαία εφαρμογή υψηλών θερμοκρασιών. (* εφημερίδα Το Βήμα)

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.